Ελληνικο Λεξικο

Αγγλικο Λεξικο

Άρνηση (denial)

Άρνηση είναι μια αντίδραση, αντίθετη της μεροληψίας διαθεσιμότητας, κατά την οποία το ενδεχόμενο που αντιμετωπίζει ένας άνθρωπος/επενδυτής είναι τόσο αποκρουστικό που το απορρίπτει απευθείας, επιμένοντας ότι δεν μπορεί να ισχύει, παρόλο που μπορεί να υπάρχουν αδιάσειστες αποδείξεις.
Παράδειγμα:
Μετά από μια τεράστια πτώση στο χρηματιστήριο, είναι πιθανό μερικοί επενδυτές αρνούμενοι να παραδεχθούν την ζημιά που έπαθαν να καθυστερήσουν να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα.
Δεν θα πρέπει να συγχέεται η άρνηση με το Disposition Effect.