Οι μετοχές με υψηλό λόγο Β/Μ είναι μετοχές υποτιμημένες και άρα μετοχές αξίας ή φθηνές μετοχές (value stocks) ενώ μετοχές με χαμηλό λόγο B/M είναι μετοχές με υψηλά περιθώρια ανάπτυξης ή δημοφιλείς μετοχές (growth/glamour stocks). Έτσι το φαινόμενο βαπτίσθηκε φαινόμενο της αξίας (value anomaly/value effect).
Κανονικά, μια εταιρεία με ικανή διοίκηση πρέπει να έχει χρηματιστηριακή αξία τουλάχιστον ίση με την λογιστική της αξία.
Οι πιθανές εξηγήσεις για την ανωμαλία χωρίζονται ανάλογα με τον αν βασίζονται σε ορθολογικά ή συμπεριφορικά επιχειρήματα.
Ορθολογικές εξηγήσεις
Από την πλευρά των ορθολογικών προσεγγίσεων υπάρχει το επιχείρημα ότι οι μετοχές με υψηλό Β/Μ είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν προβλήματα χρηματοοικονομικής φύσης (financial distress) κι άρα είναι πιο επικίνδυνες από τις μετοχές με χαμηλό Β/Μ, άρα αυτό δικαιολογεί και τις υψηλότερες αποδόσεις.
Αυτό το επιχείρημα όμως καταρρίπτεται αν εξετάσει κανείς τις μετοχές τεχνολογίας (internet stocks). Την δεκαετία του 1990, και ειδικά προς τα τέλη της δεκαετίας, οι μετοχές αυτές είχαν σχεδόν μηδενικό λόγο Β/Μ αλλά διαστημικές τιμές.
Σύμφωνα με την ορθολογική προσέγγιση, θα έπρεπε να είχαν πολύ χαμηλότερο κίνδυνο σε σχέση με παραδοσιακές μετοχές κοινής ωφελείας (utility stocks) οι οποίες είχαν πολύ υψηλές λογιστικές αξίες σε σχέση με την τιμή τους.
Συμπεριφορικές εξηγήσεις
Ο άνθρωποι χρησιμοποιούν συχνά ευριστικούς κανόνες προκειμένου να πάρουν αποφάσεις και, σαν αποτέλεσμα, παίρνουν συχνά λάθος ή/και μεροληπτικές αποφάσεις.
Παράδειγμα:
Οι επενδυτές μπορεί να θεωρήσουν ότι οι προηγούμενες αποδόσεις θα συνεχιστούν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μέλλον και προς την ίδια κατεύθυνση.
Άρα στον βαθμό που οι επενδυτές και αναλυτές παραβλέπουν ότι οι ρυθμοί αύξησης μιας επιχείρησης είναι παροδικοί και προβάλλουν υπερβολικά τον προηγούμενο ρυθμό ανάπτυξης της εταιρείας στο μέλλον, δημιουργούνται πολύ θετικές προοπτικές και συναισθήματα για τις μετοχές χαμηλού Β/Μ (growth stocks, glamour stocks) και το αντίστροφο για τις μετοχές υψηλού Β/Μ (value stocks), χωρίς αυτά να δικαιολογούνται από τα θεμελιώδη στοιχεία.
Επίσης οι αναλυτές έχουν προσωπικό συμφέρον να προτείνουν «επιτυχημένες» μετοχές για να δημιουργούν προμήθειες και επενδυτικές εργασίες στους οργανισμούς για τους οποίους εργάζονται.
Το γεγονός ότι οι μετοχές χαμηλού Β/Μ είναι δημοφιλείς μετοχές και συνήθως σε ενδιαφέροντες κλάδους με προσδοκίες ανάπτυξης τις κάνει πιο εύκολο να προωθηθούν σε αναφορές αναλυτών και να επιτύχουν μεγαλύτερη κάλυψη από τον τύπο, σε σχέση με τις μετοχές υψηλού Β/Μ.
Με βάση αυτήν την συλλογιστική οι μετοχές υψηλού Β/Μ τείνουν να υποτιμώνται ενώ οι μετοχές χαμηλού Β/Μ τείνουν να υπερτιμώνται, σε σχέση με τα θεμελιώδη τους μεγέθη. Λόγω των περιορισμών στο arbitrage οι αποκλίσεις αυτές από τις τιμές ισορροπίας μπορεί να διαρκέσουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Εάν οι επενδυτές και αναλυτές λανθασμένα επικεντρώνονται στους προηγούμενους ρυθμούς ανάπτυξης και τους χρησιμοποιούν σαν βάση για τις μελλοντικές προβλέψεις τους και για αποτίμηση τότε συμβαίνουν δύο πράγματα:
1) Οι επενδυτές μελλοντικά δυσαρεστούνται από τους χαμηλότερους από τους αναμενόμενους ρυθμούς ανάπτυξης των μετοχών χαμηλού Β/Μ και ταυτόχρονα εκπλήσσονται ευχάριστα από τους υψηλότερους του αναμενόμενου ρυθμούς ανάπτυξης των μετοχών υψηλού Β/Μ.
2) Όταν συμβαίνει αυτό, οι τιμές διορθώνονται και οι τιμές των υποτιμημένων μετοχών υψηλού Β/Μ ανεβαίνουν ενώ οι τιμές των υπερτιμημένων μετοχών χαμηλού Β/Μ πέφτουν. Αυτό φαίνεται στις μελλοντικές αποδόσεις ως ανωμαλία (value anomaly).