Ελληνικο Λεξικο

Αγγλικο Λεξικο

Αγορές Παραγώγων (derivative markets)

Αγορές παραγώγων είναι αγορές στις οποίες γίνονται αγοραπωλησίες προϊόντων, τα οποία παράγονται (derived) από κάποια άλλα, πιο απλής μορφής χρηματοοικονομικά προϊόντα και συνήθως έχουν να κάνουν με μία μελλοντική συναλλαγή πάνω στα υποκείμενα (underlying) χρεόγραφα.
Παράδειγμα:
Υποκείμενα προϊόντα είναι οι μετοχές, τα ομόλογα, τα νομίσματα, οι δείκτες μετοχών, το πετρέλαιο, ο χρυσός, οι πατάτες, τα πορτοκάλια, κλπ.
Παράγωγα διαπραγματεύονται είτε σε οργανωμένες αγορές και χρηματιστήρια είτε εκτός χρηματιστηρίου (over the counter).

Τα παράγωγα προϊόντα χρησιμοποιούνται για τρεις λόγους:
  1. για αντιστάθμισμα και κάλυψη κίνδυνου και αβεβαιότητας (hedging)
  2. για κερδοσκοπία (speculation) δηλαδή αγοροπωλησίες με σκοπό το κέρδος
  3. για προσπάθεια κέρδους χωρίς κίνδυνο ή εξισορρόπηση κινδύνου (arbitrage).
Η βασική διαφορά μεταξύ κερδοσκόπου και επενδυτή που κάνει arbitrage είναι ότι ο πρώτος αναλαμβάνει κίνδυνο με σκοπό την μεγιστοποίηση της απόδοσης, ενώ ο δεύτερος προσπαθεί να εκμεταλλευθεί στιγμιαίες ανισορροπίες (ή ατέλειες στην τιμολόγηση των συμβολαίων) μεταξύ δύο αγορών (αγοράς spot και αγοράς παραγώγων) χωρίς να αναλάβει κίνδυνο.

Ας σημειωθεί ότι μία βασική διαφορά με τις αγορές spot (δηλαδή αγορές για άμεση παράδοση προϊόντων) όπως οι αγορές μετοχών, είναι ότι οι αγορές παραγώγων είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος.

Οι αγορές παραγώγων, θεωρητικά, βοηθούν την αποτελεσματικότητα και λειτουργικότητα των αγορών προσφέροντας μεγαλύτερη ρευστότητα, δυνατότητα πρόβλεψης κάποιων τάσεων και τιμών, μεγαλύτερη διαφάνεια, δυνατότητα διαχείρισης του επενδυτικού κινδύνου και αβεβαιότητας, διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου για τους επενδυτές, άνοιγμα επενδυτικών ευκαιριών, κλπ.

Σε κάθε παράγωγο συμβόλαιο υπάρχουν δύο θέσεις:
  • του αγοραστή (long position) και
  • του πωλητή (short position)