Οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν πλέον αναπόσπαστο τμήμα του προγράμματος των απαιτουμένων διαρθρωτικών αλλαγών των ευρωπαϊκών οικονομιών και, κατά τους υποστηρικτές αυτής της πολιτικής, οδηγούν σε καλύτερη κατανομή των διαθέσιμων παραγωγικών συντελεστών, χαμηλότερα τιμολόγια, ενίσχυση του παραγομένου εθνικού προϊόντος και της απασχόλησης.
Οι ιδιωτικοποιήσεις υλοποιούνται στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την καλύτερη λειτουργία του κράτους και συνεπάγονται μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (μείωση δημοσίων δαπανών και αύξηση δημοσίων εσόδων) και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Η εξυγίανση αυτή του δημοσίου τομέα και η εξασφάλιση πόρων δίνει τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικότερης κοινωνικής πολιτικής, που αποτελεί το βασικό στόχο ενός σύγχρονου κράτους.
Το σύγχρονο κράτος δεν είναι πλέον ανάγκη να είναι και παραγωγός, γιατί είναι ορθολογικότερο να παράγει μόνον αμιγή δημόσια αγαθά και να τα προσφέρει στους πολίτες.
Η ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα μέσω των ιδιωτικοποιήσεων οδηγεί σε οικονομική ανάπτυξη και σε αύξηση της απασχόλησης (μείωση ανεργίας) και δίνεται δυνατότητα στο κράτος να προσφέρει καλύτερης ποιότητας δημόσια αγαθά, χωρίς να εμπλέκεται στη διαδικασία της παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η ιδιωτικοποίηση δημοσίων επιχειρήσεων ή οργανισμών ή υπηρεσιών αποτελεί αυτοσκοπό. Οι αποφάσεις αυτές είναι πολύ σημαντικές και πρέπει να λαμβάνονται με υπευθυνότητα, μελέτη, διαφάνεια και χωρίς πολιτικές ή εισπρακτικές μόνον σκοπιμότητες
Εάν αυτό δεν συμβαίνει, μπορεί οι ιδιωτικοποιήσεις να οδηγήσουν σε αρνητικά αποτελέσματα, σε βάρος της οικονομίας και των πολιτών (εκμετάλλευση, υπερκανονικά κέρδη, πολυεθνικά μονοπώλια) και υπέρ ορισμένων ιδιωτικών (εγχωρίων ή ξένων) συμφερόντων.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι το κράτος έχει αποτύχει ως παραγωγός και πρέπει να προσφέρει μόνο καθαρά δημόσια αγαθά, τα οποία δεν μπορούν και δεν ενδείκνυται να προσφέρουν ιδιωτικοί φορείς ώστε να εξασφαλίζει με αυτά την υψηλότερη δυνατή κοινωνική προστασία των πολιτών.
Αναγκαιότητα αποκρατικοποιήσεων
Παλαιότερα διακρινόταν μια συνεχής διεύρυνση του δημόσιου τομέα, με τη δικαιολογία ότι έτσι εξασφαλίζεται καλύτερα το δημόσιο συμφέρον και εκείνο των πολιτών. Η τάση όμως αυτή οδήγησε σε κρατικά μονοπώλια, σε συρρίκνωση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και τελικά σε χαμηλή παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα, ο οποίος συμπαρέσυρε και τον ιδιωτικό τομέα.
Η επέκταση του κράτους στην άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, μέσω των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, οδήγησε στον αποπροσανατολισμό της πολιτείας από τον κύριο ρόλο της, ο οποίος είναι η κοινωνική προστασία των πολιτών.
Η τάση αυτή ως βασική αιτία έχει την κακή, πολλές φορές, λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και την επιθυμία των πολιτικών να ελέγχουν (διορισμός διοίκησης και εργαζομένων, τιμολογιακή και επενδυτική πολιτική) όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας για να αποκομίζουν κομματικά οφέλη.
Η επικράτηση όμως πολιτικών, αντί ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων, στη λειτουργία των δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων οδήγησε τις τελευταίες σε ελλείμματα, υπερχρέωση και μηδενική παραγωγικότητα.
Ειδικότερα ο δημόσιος τομέας αποτελείται από την Κεντρική Διοίκηση, η εικόνα της οποίας απεικονίζεται με τον τακτικό προϋπολογισμό και τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και τις ΔΕΚΟ.
Οι ΔΕΚΟ είναι ανεξάρτητοι οργανισμοί οι οποίοι εποπτεύονται από υπουργεία και έπεται ότι λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Στην πράξη όμως η κυβέρνηση διορίζει τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ και ο κρατικός προϋπολογισμός καλύπτει τυχόν ελλείμματα ή χρέη τους για δάνεια τα οποία παίρνουν πάντοτε με την εγγύηση του κράτους, ενώ τα πλεονάσματα δεν κατευθύνονται στον κρατικό προϋπολογισμό.
Είναι φανερό ότι οι διορισμοί υπαλλήλων και η ανάθεση έργων ή προμηθειών, η άσκηση κοινωνικής πολιτικής μέσω των ΔΕΚΟ ή των τραπεζών και η τιμολογιακή τους πολιτική καθορίζονται ουσιαστικά από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες και δεδομένου ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις δεν ακολουθούν πολιτική ελαχιστοποίησης του κόστους ή μεγιστοποίησης των κερδών, ούτε απολογούνται για χαμηλή αποδοτικότητα, οι ΔΕΚΟ αδυνατούν να λειτουργήσουν όπως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Αυτοί είναι οι λόγοι για τους οποίους έχει γίνει γενικά αποδεκτό ότι το δημόσιο έχει αποτύχει ως παραγωγός αγαθών και υπηρεσιών και ενισχύουν τα επιχειρήματα εκείνων οι οποίοι υποστηρίζουν τις ιδιωτικοποιήσεις δραστηριοτήτων του δημόσιου τομέα.